Καταδικασμένη σε θάνατο όταν γεννήθηκε, λαμπερή νυφούλα τώρα

Τη «Δ» τη γνώρισα τον Ιανουάριο του 1991, όταν ήταν μόλις δύο ημερών. Είχε την ατυχία να γεννηθεί με σοβαρή - «σύμπλοκη» όπως ιατρικά ονομάζεται - κυανωτική συγγενή καρδιοπάθεια. Εργαζόμουνα τότε σε δημόσιο νοσοκομείο για παιδιά στο Γουδί, στην Αθήνα. Το μωρό είχε μεταφερθεί επειγόντως σε άλλο δημόσιο παιδιατρικό νοσοκομείο, με σκοπό να το βοηθήσουν οι γιατροί ώστε να καταφέρει να επιζήσει. Ο διευθυντής καρδιολόγος εκεί έκανε στο παιδί καρδιακό καθετηριασμό για να βάλει διάγνωση, για να μπορέσει δηλαδή να καταλάβει το πρόβλημα του παιδιού. Αποφάνθηκε «καρδιοχειρουργική συμβουλή» μετά και έστειλε τους γονείς στον διευθυντή καρδιοχειρουργό. Εκείνος εξήγησε στους γονείς ότι η περίπτωσή τους είναι απελπιστικά σοβαρή. Χαρακτήρισε την καρδιοπάθεια του παιδιού τους «ανεγχείρητη» και τους συμβούλεψε να πάρουν το μωρό στο σπίτι για να πεθάνει. Οι γονείς της «Δ» είχαν ακούσει για μένα από άλλους γονείς και την έφεραν στο νοσοκομείο που εργαζόμουνα. Μου ζήτησαν να τους πω τη γνώμη μου και να τους βοηθήσω. Εξέτασα το παιδί και έκρινα ότι μπορεί να βοηθηθεί. «Η περίπτωσή της», είπα στους γονείς, «μπορεί να θεραπευτεί με εγχείρηση από καρδιοχειρουργό που ξέρει καλά τη δουλειά του». Λίγες μέρες αργότερα η «Δ» με τη μητέρα της πετούσαν για το Λονδίνο, όπου χειρουργήθηκε (με δαπάνες του δημόσιου ασφαλιστικού ταμείου) από τον διάσημο τότε παιδο-καρδιοχειρουργό Marc de Leval. Εκείνη η εγχείρηση κράτησε κυριολεκτικώς τη μικρή ασθενή στη ζωή. Τον Νοέμβριο του 1992 έγινε δεύτερη καρδιακή εγχείρηση, πάλι από τον ίδιο καρδιοχειρουργό στο Λονδίνο. Παρακολουθώ συνεχώς τη «Δ» από τότε. Είναι εντελώς καλά και απολαμβάνει το δώρο της ζωής που κέρδισε χάρη στην αποφασιστικότητα των γονιών της τον Ιανουάριο του 1991. Τα τελευταία πολλά χρόνια την εξετάζω μια φορά τον χρόνο. Οι εξετάσεις της, που περιλαμβάνουν ηχοκαρδιογράφημα και μαγνητική τομογραφία, είναι επίσης πολύ καλές και ενισχύουν την εντύπωσή μου ότι η «Δ» θα είναι καλά για πάντα στο μέλλον.

Πριν από λίγο καιρό η «Δ» βρέθηκε ξανά στο ιατρείο μου για εξέταση. Αυτή τη φορά στάθηκε δίπλα μου και μού έδειξε στο κινητό της τηλέφωνο όλες τις φωτογραφίες από τον γάμο της. Τον γάμο που έγινε τον περασμένο Οκτώβριο στο χωριό της στο πανέμορφο νησί των Κυκλάδων. Καμάρωσα με συγκίνηση τη λαμπερή νυφούλα. Γύρισα και την κοίταξα μ’ ένα χαμόγελο στα μάτια και μου χαμογέλασε κι εκείνη. Την παρακάλεσα να μου στείλει όταν επιστρέψει στο χωριό της δυο-τρεις από τις φωτογραφίες της. Το έκανε. Κοιτάζω τώρα τις φωτογραφίες με αισθήματα χαράς και προσωπικής ικανοποίησης, αλλά και με πολλές ενοχλητικές σκέψεις. Τι κρίμα, σκέφτομαι, που κάποιοι γιατροί αποφάσισαν πριν από είκοσι οχτώ χρόνια ότι αυτό το κορίτσι δεν είχε μέλλον! Τι ντροπή, σκέφτομαι, που τόσο εύκολα και γρήγορα «συνάδελφοι» γιατροί την καταδίκασαν κυριολεκτικώς σε θάνατο! Κι έπειτα, λέω, δεν μπορεί - κάποιος από εκείνους θα έπρεπε να ξέρει ότι η αναγκαία εγχείρηση για τη «Δ» θα μπορούσε να γίνει στο εξωτερικό, αφού δεν μπορούσε να γίνει στο ανεπαρκές καρδιοχειρουργικό τμήμα του δικού τους νοσοκομείου. Άραγε, γιατί δεν το είπε στους γονείς της; Ήταν από άγνοια, από φόβο, από συμφέρον; Από τι; Το χειρότερο, μάλιστα, είναι ότι η καταδικαστική ετυμηγορία «πάρτε το στο σπίτι να πεθάνει» ήταν πολύ συχνή εκείνον τον καιρό, για πολλά άλλα παιδιά. Κι έπειτα, σκέφτομαι, τι σόι κουβέντα και τι βοήθεια είναι όταν λες «καρδιοχειρουργική συμβουλή» - πράγμα που έχει ατυχώς μπολιάσει όσους εργάστηκαν και εκπαιδεύτηκαν σε εκείνο το νοσοκομείο και το επαναλαμβάνουν ασυλλόγιστα από τότε; Όχι, αυτό δεν είναι ούτε βοήθεια στο άρρωστο παιδί, ούτε συμπαράσταση στους γονείς του. «Καρδιοχειρουργική συμβουλή» είναι αυτό που θα έλεγε ο Πόντιος Πιλάτος αν ήταν γιατρός. Ο σωστός και υπεύθυνος παιδοκαρδιολόγος δεν αρκείται στη διάγνωση. Καθήκον του είναι να καθοδηγεί τον ασθενή και τους γονείς του στη σωστή θεραπεία. Πρέπει, με άλλα λόγια, να λέει τη γνώμη του και για την ενδεδειγμένη θεραπεία – ακόμα και αν αυτή δεν είναι δυνατή στο δικό του νοσοκομείο, ακόμα και αν χρειαστεί να διαφωνήσει με τους καρδιοχειρουργούς του νοσοκομείου του. Πρέπει κυριολεκτικά να φέρει τα πάνω κάτω προκειμένου να προστατέψει το άρρωστο παιδί και να το βοηθήσει να βγει στο τέλος νικητής… Ναι, μιλάω για δύσκολες καταστάσεις, για σκληρά πράγματα. Το ξέρω. Κάποτε, όμως, πρέπει να ειπωθούν. Κι έχω πολλά ακόμα να πω. 

13 Μαρτίου 2019


Ακολουθήστε μας στο facebook και στο twitter: